Η 31 Οκτωβρίου, Παγκόσμια Ημέρα Πόλεων, θα έπρεπε να θεωρείται πολύ σημαντική, ιδίως σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου η άναρχη και χωρίς ορθολογικό σχεδιασμό αστική ανάπτυξη, δημιουργεί όλο και περισσότερα προβλήματα στις μεγαλουπόλεις. Ρύπανση, έλλειψη ελεύθερων χώρων, άπειρες ώρες χαμένες στις μετακινήσεις, αποξένωση, εγκληματικότητα, είναι μερικά μόνο από τα προβλήματα που δημιουργούν οι μη ανθρώπινες σύγχρονες πόλεις σε όλο τον κόσμο.
Ο αναγκαίος σήμερα ανασχεδιασμός των πόλεων ώστε να διεκδικήσουν την αειφόρο ανάπτυξή τους, συνήθως στην Ελλάδα προσκρούει σε γραφειοκρατικές – πολιτικές
αγκυλώσεις, στον κοντόφθαλμο υπολογισμό του μικρού βραχυπρόθεσμου κέρδους, των πόρων που θα χρειαστεί να δαπανηθούν και της κοπιώδους παιδευτικής διαδικασίας της αλλαγής υποδείγματος στην ατομική και συλλογική συμπεριφορά.
Στο Ίδρυμα Βασιλείου Τσίγκου, είμαστε πεπεισμένοι ότι οφείλουμε όλοι να κάνουμε ότι μπορούμε για να αποκτήσουν οι πόλεις μας ένα καλύτερο βιώσιμο μέλλον, να βελτιωθούν οι συνθήκες ζωής και να επιτευχθεί η αειφόρος ανάπτυξη.
Για να γίνει αυτό χρειάζεται να κινητοποιηθούν πρώτα και κύρια οι πολίτες, να συνειδητοποιήσουν ότι το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζουν μπορεί να γίνει καλύτερο εάν
γίνουν οι κατάλληλες επιστημονικές μελέτες ανασχεδιασμού των πόλεων. Οι πόροι που θα απαιτηθούν μπορούν να εξευρεθούν εφόσον υπάρξει ο κατάλληλος σχεδιασμός, ο ορθολογικός προγραμματισμός, η ενεργοποίηση των καινοτόμων ελληνικών πανεπιστημίων και η επιδίωξη περιορισμού του κόστους μέσα από συνέργειες και συνεργατισμούς.
Ο ανασχεδιασμός και η βελτίωση των πόλεων και της καθημερινότητας, πέραν των άλλων μπορεί να διαμορφώσει ένα νέο πεδίο οικονομικής ανάπτυξης που δεδομένου του μεγέθους της χώρας μπορεί να λειτουργήσει και ως υπόδειγμα συμβάλλοντας και στην
εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας με την εξαγωγή γνώσης, καινοτομίας και εμπειρίας.
Το Ίδρυμα Βασιλείου Τσίγκου, έχοντας ως ιδρυτικούς σκοπούς την εκπαίδευση, την έρευνα και τον συνεργατισμό, πρεσβεύει ότι οι τρεις αυτοί πυλώνες μπορούν να αναμορφώσουν την Ελλάδα σε επίπεδο κοινωνίας και οικονομίας. Ο ανασχεδιασμός των πόλεων ώστε αυτές να γίνουν ανθρώπινες και βιώσιμες είναι ίσως το καλύτερο παράδειγμα για το πώς ο συνδυασμός παιδείας και έρευνας μπορεί να δημιουργήσει νέους θετικούς οικονομικούς κύκλους, των οποίων το κόστος υλοποίησης θα μειώνεται σημαντικά μέσα από τις
συνέργειες.
Ευχόμαστε, ο νέος Δήμαρχος της Αθήνας, Χάρης Δούκας, που ειδικεύεται στην αστική ανάπλαση, να μπορέσει να επιτύχει στον Δήμο του έναν τέτοιο ανασχεδιασμό και να
ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες πόλεις της Ελλάδας. Ως Ίδρυμα Βασιλείου Τσίγκου, θα είμαστε αρωγοί σε κάθε τέτοιου τύπου πρωτοβουλία που θα αναληφθεί.