Η Παγκόσμια Ημέρα Πληροφόρησης για την Ανάπτυξη (World Development Information Day) καθιερώθηκε το 1972 από τον ΟΗΕ και γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 24 Οκτωβρίου για να υπενθυμίσει στην παγκόσμια κοινή γνώμη τα προβλήματα που αναφύονται στην οικονομική ανάπτυξη και την ανάγκη να ενδυναμωθεί η διεθνής συνεργασία για την επίλυσή τους.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε ως οικονομική είτε ως νομισματική ένωση, πρακτικά θεμελιώνεται στην ιδέα της οικονομικής συνεργασίας, της διαμόρφωσης κοινών συμφερόντων και εν τέλει της ισόρροπης ανάπτυξης (κοινωνικής και οικονομικής) του συνόλου των ευρωπαϊκών λαών και των κρατών μελών της.
Στα πλαίσια αυτά και προκειμένου να αντιμετωπιστούν σειρά προβλημάτων οικονομικής και διοικητικής φύσης ορισμένων χωρών, όπως η Ελλάδα έχουν εισρεύσει τεράστιοι οικονομικοί πόροι στη χώρα μας, ώστε αυτή να αναπτυχθεί οικονομικά, νε μετατραπεί σε πλεονασματική και κυρίως βιώσιμη οικονομία.
Ακόμα και σε συνθήκες χρεοκοπίας, όπως αυτές του 2010, η εισροή ευρωπαϊκών κονδυλίων στη χώρα μας θα έπρεπε να έχει διαμορφώσει μια άλλη οικονομία, ανθεκτική, αναπτυξιακή και κατά τη γνώμη μας, συνεργατική ώστε να επιτυγχάνεται συνδυασμός πόρων – μείωση κόστους και μεγαλύτερη διάχυση οφέλους στην ευρύτερη κοινωνία.
Κατά ένα τρόπο όμως, χωρίς καμία πολιτική συνθήκη να το επιβάλει, χωρίς να υπάρχει σχετικό νομοθετικό πλαίσιο που να το ορίζει, χωρίς καν να έχει υπάρξει δημόσια σχετική διαβούλευση έστω σε επίπεδο κριτικής από την εκάστοτε αντιπολίτευση, η εισροή ευρωπαϊκών πόρων, πριν και μετά την χρεοκοπία, όχι απλώς δεν αντιμετώπισε τις διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας, αλλά τις όξυνε.
Εκ των υστέρων μπορεί να διαπιστώσει κανείς, ότι η εισροή αναπτυξιακών πρακτικά κεφαλαίων στη χώρα, μεγέθυνε τις οικονομικές ανισότητες και διευκόλυνε την πλήρη ουσιαστικά επικράτηση ανθρώπων που ούτως ή άλλως διέθεταν την οικονομική ευρωστία να αναπτυχθούν κατά το δοκούν.
Διαπιστώνει κανείς σήμερα ότι τόσο τα Μνημόνια όσο και εν γένει οι ευρωπαϊκοί πόροι δεν έχουν επιτρέψει την πραγματική οικονομική ανάπτυξη εν συνόλω αλλά αντίθετα ενίσχυσαν και ενισχύουν την συγκέντρωση του πλούτου σε όλο και λιγότερους. Η κεφαλαιακή αυτή
συγκέντρωση συνοδεύεται και από την συγκέντρωση πολύτιμου ανθρώπινου δυναμικού σε όλο και μεγαλύτερα επιχειρηματικά σχήματα, γεγονός που δυστυχώς στερεί από την πραγματική οικονομία τις πραγματικά δημιουργικές της δυνάμεις.
Η πραγματικότητα αυτή γίνεται εξόχως πιο καταθλιπτική, αν αναλογιστεί κανείς ότι στην μετεμφυλιακή Ελλάδα, οι πόροι ανασυγκρότησης του Σχεδίου Μάρσαλ, διατέθηκαν πιο δημοκρατικά και με ενσυναίσθηση του πραγματικού οφέλους για την εθνική οικονομία, όπως αναδεικνύεται και στην ιστορική μελέτη της Γαλακτοβιομηχανίας ΑΣΠΡΟ («ΑΣΠΡÓ: ΟΙ ΑΓΕΛΑΔΟΤΡΟΦΟΙ ΤΟΥ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ. Αριστερά και Σχέδιο Μάρσαλ» του Ιδρύματος Βασιλείου Τσίγκου).
Το γεγονός ότι σήμερα καθίσταται όλο και πιο δύσκολο να ιδρυθούν βιώσιμοι συνεταιρισμοί, να ανοίξουν και να λειτουργήσουν οικογενειακές επιχειρήσεις με προοπτική ανάπτυξης, να ξεκινήσει από το μηδέν μια δευτερογενής παραγωγική διαδικασία, καταδεικνύει ότι η ελληνική οικονομία δεν αναπτύσσεται πραγματικά. Οι υπηρεσίες (πχ τουρισμός, χρηματοοικονομικά, εστίαση κτλ) είναι επιρρεπής στις όλο και συχνότερες και μεγαλύτερες διακυμάνσεις της αγοράς. Ο πρωτογενής τομέας διαρκώς
συρρικνώνεται και ελάχιστη είναι η πραγματική συμμετοχή της χώρας στις νέες τεχνολογίες παρά την ύπαρξη αξιόλογου και ευρηματικού ανθρώπινου δυναμικού.
Το Ίδρυμα Βασιλείου Τσίγκου, διαβλέποντας τις στρεβλώσεις ακόμα και όταν οι αριθμοί ευημερούν, έχει ως ιδρυτικό σκοπό την ανάπτυξη του συνεταιρίζεσθαι στην Ελλάδα σε ορθολογική και βιώσιμη οικονομικά βάση, μέσα από την έρευνα και την καινοτομία.
Στα πλαίσια αυτά, το επόμενο διάστημα θα επιδιώξουμε την πραγματοποίηση ενημερωτικών ημερίδων σε όλη την Ελλάδα προκειμένου να μεταδοθεί η αντίληψη ότι η
κοινή προσπάθεια και ο συνεργατισμός μπορούν να δώσουν νέες προοπτικές και να δημιουργήσουν νέο πλούτο σε όλη την Ελλάδα.